top of page

Η άρπα

 

Η άρπα είναι ένα από τα πιο παλιά όργανα, τόσο ως προς τον ήχο που παράγει όσο και ως προς την εμφάνισή της. Το αρχικό της μέγεθος ήταν μικρό και οι δυνατότητές της περιορισμένες. Έτσι, στην περίοδο της Αναγέννησης την εκτοπίζουν το λαούτο και το τσέμπαλο. Κατασκευαστές από διάφορες χώρες όπως η Ιρλανδία, η Ουαλία και η Ιταλία προσπαθούν να τη βελτιώσουν, όμως πρώτοι την κατασκευάζουν οι Τυρολέζοι οργανοποιοί στα τέλη του 17ου αιώνα και είναι αυτοί που κατάφεραν να αυξήσουν το μήκος των χορδών της. Ωστόσο, την τελική της μορφή τη δίνει ο Γάλλος κατασκευαστής Εράρ, ο οποίος απλοποιεί τους μηχανισμούς της και επιτυγχάνει μεγάλη ακρίβεια στο παίξιμο.
    Η άρπα από τις αρχές του 19ου αιώνα συμπεριλαμβάνεται στη συμφωνική ορχήστρα. Το σχήμα της είναι τριγωνικό και είναι στολισμένη με περίτεχνα σκαλίσματα, ενώ οι χορδές της, 46 ή 47 τον αριθμό, είναι κατασκευασμένες είτε από μέταλλα είτε από έντερα ζώων. Όλες οι χορδές καταλήγουν στη βάση του οργάνου, όπου υπάρχουν 7 πεντάλ, τα οποία αλλάζουν την τονικότητα ορισμένων χορδών, βοηθώντας έτσι το μουσικό να παίξει σε όλες τις τονικότητες.
    Ο ήχος της άρπας είναι αιθέριος και απαλός, χάρη στο glissando (τον ήχο, δηλαδή, που παράγεται, όταν η αρπίστρια κυλήσει γρήγορα τα δάχτυλά της στις χορδές από τη μια άκρη στην άλλη). Εκτός από την κλασική άρπα υπάρχουν και άλλες μορφές, όπως η λατινοαμερικανική, η ιρλανδέζικη και η ηλεκτρική.

 

 

Μαρία Κίτσου, Γ1 

bottom of page